Αρχική / ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ / Χριστίνα Αμερικάνου: «Μπροστά οι χαρές και πίσω το βαρύ φορτίο»

Χριστίνα Αμερικάνου: «Μπροστά οι χαρές και πίσω το βαρύ φορτίο»

 Η Χριστίνα Αμερικάνου γράφει για τον αείμνηστο πατέρα της και το έπος του 1968.

Η κόρη του αειμνήστου Γιώργο Αμερικάνου σε άρθρο της στο «sports3.gr», αναφέρεται στο σημερινό έπος της ΑΕΚ.

Αναλυτικά το άρθρο της Χριστίνας Αμερικάνου στο «sports3.gr»:

Κάπως έτσι πορεύτηκε η ομάδα του «1968», και ακριβώς έτσι περιγράφηκε η πορεία της με γλαφυρότητα και απόλυτη ακρίβεια από τον Τάσο Μπουλμέτη στην ομώνυμη ταινία. Μια ταινία που όταν έμαθα ότι θα πραγματοποιηθεί κρυφογέλασα. Όταν πραγματοποιήθηκε και μου τηλεφώνησαν να πάω στη δημοσιογραφική πρεμιέρα, δεν ήξερα τι θα δω. Δεν είχα θελήσει και να μάθω. Γενικά δεν είχα ασχοληθεί. Ανέκαθεν ήθελα να μένω έξω από κάθε τι που αναφέρεται και αφορά σε εκείνον τον άθλο. Δεν τον θεωρώ δικό μου, άνηκε σε εκείνους που του πέτυχαν. Ετυχε ένας από εκείνους τους αθλητές – παίκτες της θρυλικής πλέον ομάδας μπάσκετ της ΑΕΚ να είναι ο πατέρας μου.

Για μένα παρέμεινε για όλα τα χρόνια της ζωής του ο Γιώργος. Εκείνος ο «ταύρος» στο σώμα και «άγγελος» στην ψυχή. Ο παρορμητικός, ο αστείος, ο προστατευτικός, ο φασαριόζος Γιώργος, που δεν σήκωνε το άδικο, που δεν κατάφερε ποτέ να συμβιβαστεί, να αλλοιωθεί, να χαλιναγωγήσει τον άκρατο παρορμητισμό του.

Όταν περπατούσαμε χέρι χέρι, που ήμουν παιδί, άκουγα τους περαστικούς: «γεια σου Γιωργάρα» κι αναπαντούσε τόσο εγκάρδια πως όλοι αυτοί ήταν στενοί του φίλοι. Μου πήρε χρόνια να καταλάβω, να βάλω στην άκρη τον δικό μου Γιώργο και να αντιληφθώ πως ήταν ο Αμερικάνος, και πως εκείνος και οι υπόλοιποι συμπαίκτες του στην ΑΕΚ του «1968» ήταν πρωτοπόροι. Μια παρέα παιδιών από διάφορα σημεία της Ελλάδας που σε δύσκολες εποχές βρήκαν το μπάσκετ ως απάντηση στα προβλήματα της ζωής κι εν αγνοία τους έκαναν πρωταθλητισμό, πράγμα ασύλληπτο για την εποχή τους.

Έπαιζαν με τα all star που τώρα φοράνε οι έφηβοι στις βόλτες τους, δεν είχαν γιατρούς, φυσιοθεραπευτές, προγράμματα εκγύμνασης, διατροφές, συμβουλές, μάνατζερς. Καλά καλά δεν είχαν μυαλό να αντιληφθούν τι έκαναν. Τους αρκούσε που ήταν μια παρέα που κατάφερε να ξεχωρίσει.

Είχαν τα πάθη τους, τα λάθη τους, τις ανησυχίες τους, το μεγάλο πρόβλημα του βιοπορισμού τους. Ήταν περισσότερο φίλοι παρά συμπαίκτες. Τόσο φίλοι που ο πατέρας μου έκλαιγε κάθε φορά που περιέγραφε την κακή δική του αντίδραση στη μειωμένη απόδοση του Γιώργου Μόσχου στο φάιναλ φορ του 1966 και την απάντηση του πληγωμένου τότε βραχύσωμου γίγαντα της ομάδας, να σηκώσει την φανέλα να δείξει τα σημάδια από τον καρκίνο που του είχαν τρυπήσει το κορμί.

«Δεν θα το συγχωρήσω ποτέ στον εαυτό μου, δεν θα το συγχωρήσω ποτέ, εκείνος υπέφερε κι εγώ του φώναζα»…

Και δεν συγχώρησε ποτέ τον εαυτό του. Και πάντα μιλούσε με δάκρυα στα μάτια για τον φίλο που χάθηκε τόσο πρόωρα. Με δάκρυα στα μάτια μιλούσε και για το Κύπελλο που κατέκτησε η ομάδα το «1968», με δάκρυα στα μάτια μιλούσε για τον πατέρα του που έχασε λίγα χρόνια μετά και αυτόν από καρκίνο. Είχε όμως μάθει και το είχε κάνει τρόπο ζωής να προχωράει μπροστά με το δικό του «βαρύ φορτίο». Μπροστά οι χαρές, και πίσω το βαρύ φορτίο.

Μετά τον θάνατο του πατέρα του, πήγε να πεθάνει. Τελικά την τρίτη μέρα από την κηδεία πήγε να ακούσει τον φίλο του τον Δημήτρη Μητροπάνο, να του τραγουδάει:

«Πες μου πού πουλάν καρδιές να σου πάρω μια
πες μου πού πουλάν χαρές να σου πάρω δυο
πες μου πού πουλάν ψυχές να σου πάρω μια
πού πουλάν αϊτόφτερα να σου πάρω δυο…»

Αϊτόφτερα, είχε και τα άνοιγε. Δεν άντεχε τη λύπη και την πολεμούσε με την χαρά. Έμαθε και μου έμαθε να μην στέκεται τίποτε εμπόδιο στην ζωή του. Δεν ξέχναγε ποτέ τις ρίζες του, την μικρασιατική του καταγωγή, τα Βουρλά που του περιέγραφαν οι γονείς του, δεν ξέχναγε τις πίκρες του αλλά κατά ένα περίεργο τρόπο αυτό το φορτίο του έδινε ακόμα μεγαλύτερη δύναμη να εξελιχθεί.

 

Μπροστά οι χαρές και πίσω το βαρύ φορτίο, με αυτή τη φράση κλείνει ο Βασίλης Γεωργίου την ταινία «1968», και η αλήθεια είναι πως μου φάνηκε περίεργο το πώς ο Τάσος Μπουλμέτης που δεν τον γνώρισε ποτέ κατάφερε να συλλάβει τον τρόπο που πορευόταν εκείνη η γενιά, ίσως γιατί μόχθησε πολύ για να βγάλει το υλικό του.

Η ΑΕΚ του 1968 λοιπόν πέτυχε γιατί πήρε το βαρύ φορτίο των αναμνήσεων, των λυπών, των ατυχιών, των δυσκολιών και κατέκτησε την κορυφή της. Κι αυτό νομίζω ότι πρέπει να είναι οδηγός για όσους θέλουν να προχωρούν.

*Η Χριστίνα Αμερικάνου είναι δημοσιογράφος, εργάζεται στο γραφείο Τύπου της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού και είναι Β’ Αντιπρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Αθλητικού Τύπου.

 

 

Σχετικά με admin

Ελέγξτε επίσης

Χωρίς VAR τέσσερις αγώνες του Κυπέλλου Ελλάδος

Απίθανες καταστάσεις στους αγώνες ρεβανς του θεσμού. Χωρίς VAR θα διεξαχθούν τέσσερις (!) αναμετρήσεις της …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *